Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2008

Η... βοηθός

(ΑΠ-ΝΤΕΪΤ: Για να μην υπάρξουν άλλες παρεξηγήσεις, το κείμενο δεν αναφέρεται σε δικιά μου βοηθό. Εγώ καλώς ή κακώς, ακόμη δεν χρειάζομαι βοήθεια. Εκτός κι αν προσφέρεται κανείς να ταλαιπωριέται μαζι μου... Πάσα προσφορά δεκτή!!!)


Κατά τα ειωθότα μ’ έπιασε και φέτος.
Σαλτάρισα (σιγά τα καινούρια), φόρτωσα στο βαλιτσάκι δυο βρακιά (με το συμπάθειο) και απροειδοποίητα την «έκανα» (άντε γεια!).
Δεν είναι να με παραζαλίσεις, είμαι και σε ζόρικη ηλικία κι άμα μου βάλεις κορσέ, σβήνω, χάνομαι, λιώνω, γιατρέ μου και άφηκε με να πάω στο καλό.
Δε φταίω εγώ. Ελάτε κάποιος και πάρτε από δίπλα μου τη βοηθό!
Αυτή φταίει. Με καταπιέζει ψυχολογικώς. Μου κόβει την όρεξη.
Με βλέπεις και ράβω ήσυχα ήσυχα, αλλά κατά βάθος θέλω να την αρχίσω στα κλωτσίδια (Θέ μου, σχώρα με!).
Να την αρπάξω από εκείνο το άθλιο κοτσίδι και να τη φέρω σβούρα.
Δεν υπάρχει κάτι επάνω της που να μη με κάνει τρελή!!!
«Το αφεντικό είπε», «το αφεντικό έρανε», «το αφεντικό έχεσε»…
(Ποιο «αφεντικό», μωρή γελοία;;;)
Επιμένω για τις κλωτσιές. Όχι, ναι, δεν το συζητώ. Θα μου κάνει καλό και στα ψυχολογικά μου που έχω μπλοκάρει τόσες μέρες η γυναίκα και δεν μπορώ να ράψω ένα σκουτί ολόκληρο.
Δεν πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία σ’ αυτή τη δουλειά από να ΜΗΝ ΕΙΣΑΙ επικεφαλής, προϊστάμενος, ιθύνων.
Και μεγαλύτερη κατάρα απ’ το να είσαι βοηθός (του επικεφαλής, του προϊσταμένου, κλπ, κλπ, μην το «ξαναπάμε»).
Διότι ο βοηθός είναι μια αιωνίως ενδιάμεση κατάσταση. (Σαν τις γοργόνες…)
Ούτε προϊστάμενος, ούτε υφιστάμενος (Ούτε ψάρι, ούτε γυναίκα)
Δεν μπορεί ούτε πάνω να πάει ούτε κάτω… (Χι,χι…)
Δεν μπορείς ούτε να τον στείλεις στο διάολο καθότι τον λυπάσαι, ούτε να τον υπακούσεις καθότι τον έχεις χεσμένο…
(Κοινώς, ούτε να το φας μπορείς ούτε να το πηδήξεις, πάλι με το συμπάθειο)
Άσε που, βρε χαζοχήναρο, βοηθός κοπτοραπτού δεν ΥΠΑΡΧΕΙ!
Ή είσαι ή δεν είσαι!
Που είδανε γυαλιστερή τη χαζομάρα στο μάτι σου και με ένα τίτλο της δεκάρας (κι εκεί τσιγκούνης ο… αφεντικός) σου πιάνουνε τον αποτέτοιο νύχτα μέρα.
Σήκω, μαρή, απ’ την καρέκλα που σ’ έχουν καρφώσει με τα πριτσινοπίστολα και δεν ξέρεις πότε ξημερώνει και πότε βραδιάζει, επειδή είσαι… βοηθός!
Και που ‘σαι, ηλιθία: μη φωνάζεις μεσ’ το ραφείο…
Κανείς δε σε φοβάται. Γελάει ο κόσμος μαζί σου. Και σε λυπάται. Ξηγημένα πράματα.

(Ελπίζω να μην είναι κανείς από ‘δω μέσα βοηθός. Να παρεξηγηθώ δεν θέλω, αλλά πολύ σκατατζίδικη ιδιότητα, βρε παιδί μου!)



ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: upload.wikimedia.org

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

"Μαριονέττες!"


Μια βόλτα στο κέντρο της πόλης. Στο ναό της κατανάλωσης. Στην οδό Ερμού. Εκεί όπου όταν κλείνουν τα φώτα των μαγαζατόρων, πλέκονται ιστορίες ανθρώπων όμορφων, πλούσιων με το δικό τους τρόπο, μακριά από τις μικρότητες ενός μικρόκοσμου που δε μας χωράει όλους που να πάρει ο διάβολος…
Έξω από ένα κατάστημα που το φθηνότερο πατσαβούρι του στοιχίζει 725 ευρώ, ένας νεαρός παίζει κλασική μουσική χαϊδεύοντας ποτήρια γεμάτα νερό. Και λίγο πιο κάτω ένας ακορντεονίστας παρατάει στη μέση την «Κομπαρσίτα» για να παίξει ένα…συνθηματικό που ειδοποιεί τους μαύρους με τις πολύχρωμες τσάντες, ότι κάπου παραμονεύουν τα ευσεβή όργανα της τάξεως…
Και στο κέντρο, στη μέση ακριβώς του ναού της αγοραστικής καφρίλας, ένα ζευγάρι σε ένα περίεργο σκηνικό κουκλοθέατρου.
Εκείνος παίζει βιολί κι εκείνη μανουβράρει τις κλωστές της μαριονέττας, επιδέξια, με όρεξη, με πάθος...
Εκείνος σίγουρα θα μείνει εντός ρυθμού.
Εκείνη θα προσπαθήσει η μαριονέττα να ακολουθεί τα «σκασίματα» της μουσικής του.
Όταν κάποια στιγμή οι κλωστές θα μπερδευτούν, μετά από τόση μανούβρα, η μαριονέτα δεν θα υπακούσει και θα κάνει τα δικά της.
«Μαριονέττες...», λέει η κοπέλα χαμογελώντας απολογητικά, για την ανυπακοή της κούκλας να εκτελέσει το νούμερο της.
Κάποιοι από τους απαιτητικούς θεατές θα ρίξουν λίγα κέρματα και θα φύγουν…
Κάποιοι άλλοι θα μείνουν να δουν τη μαριονέτα να συνετίζεται.
Ξεχνώντας, ότι κι αυτοί σε κάποια μυστικά σκοινιά υπακούουν.
Κάποια μυστικά σκοινιά που τους σηκώνουν κάθε μέρα απ’ το κρεβάτι τους, τους στέλνουν βαριεστημένους στη δουλειά τους, τους οδηγούν σε ένα χαμένο παιχνίδι επικράτησης με όποιο κόστος.
Οι περισσότεροι από εμάς, ξεχνάμε ότι κάποτε τα σκοινιά σπάνε.
Ο αόρατος μαριονετίστας μένει με τις κλωστές στο χέρι και μέχρι να τις…ξαναράψει στη θέση τους έχουμε ελεύθερο χρόνο να αποφασίσουμε:
Θα ξαναγίνουμε μαριονέττες ή θα αντέξουμε να κινούμε μόνοι μας χέρια και πόδια, χωρίς καθοδήγηση;
Βλέπεις, τα σκοινιά προσφέρουν ασφάλεια, κάλυψη, θαλπωρή.
Η έλλειψη τους επιφυλάσσει ελευθερία, γνώσεις, αλλά και βουτιά σ’ άγνωστα και βαθιά νερά. Χωρίς δίχτυ ασφαλείας.
Για να βουτάς έτσι, όμως, πρέπει να είσαι και λίγο καλλιτέχνης.
Κι οι περισσότεροι, ελέω της… ασφαλούς διαιώνισης του είδους, προτιμούν τα σκοινιά…
Μη δίνετε σημασία. Είναι οι συνηθισμένες φθινοπωρινές μαυρίλες. Με την πρώτη παραγγελιά χοντρού παλτού θα μου περάσουν όλα.

Πι Ες: Θα μου επιτρέψετε να καλωσορίσω ξανά την Abbtha, μια γενναία ύπαρξη στη blogόσφαιρα, που όταν της τη "βαράει" ξέρει να κόβει τα σκοινιά σε όσους την πληγώνουν. (Ξανά) καλωσόρισες, γλυκειά μου!


ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: blogs.birminghampost.net/

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008

Πονάει η αλήθεια (σα γροθιά, η ρουφιάνα)!


Χριστομαθές και ηθοπλαστικόν το νέο παιχνίδι του Αντενός, εις το οποίον πηγαίνει κανείς για να ξεράσει αλήθειες και να φύγει φορτώγκας με ευρά.
Ακόμη κι εγώ, η δηλωθείσα πολέμια των ριάλιτιζ, αμόληκα την πελάτισσα μισή ώρα νωρίτερα, με τις καρφίτσες πάνω της, καθότι «κόλλησα» με την ειλικρίνεια των παικτών.
Κόλλησα με την απλότητα του παίγνιου, εις το οποίον πας, σε ζώνουν με καλώδια και παλμογράφους και σε αρχινάνε (λάικ δι αμέρικαν μούβις, γουάου!) στις ερωτήσεις.
«Κεράτωσες ποτέ τον άντρα σου (μωρή πηδιόλα)
Απαντάς εσύ.
«Θες να βγάλεις τα άντερα της πεθεράς και να της τα δώσεις στο χέρι (κρετίνε σώγαμπρε);».
Απαντάς εσύ.
Και αφού σε περάσουνε από το κόσκινο το ψιλό, μετά σε βγάνουνε και μπροστά εις το (τηλεοπτικό) κοινό.
Κι αρχινάει πάλι η ανάκρισις.
Μόνο που (αθώα παίκτρια) αυτή τη φορά ο κερατωθείς σύζυγος είναι από κάτω και σε περιμένει με τη μπουνιά έτοιμη για απογείωση…
Το αυτό και η πεθερούλα σου (άδολε παίκτη), εν Χριστώ αδελφέ μου.
Για κάθε απάντηση που δίδεις, η φωνή του ασφαλίτη (παρντόν του εκφωνητού) σε ενημερώνει (και σένα και το κοινό και την πεθερά) αν λέγεις αλήθεια ή ψέματα.
Κερδίζεις τα ανάλογα ευρά και ανεβαίνεις επίπεδο. Το οποίον μεθερμηνεύομενον εστί, πας σε πιο χαρντ κορ ερωτήσεις…
«Μισείς τη μάνα και τον πατέρα που σε γέννα;»
«Ναι»
, λες εσύ, πέφτουν ντανάσκελα πατέρας και μάνα, χειροκροτά το κοινό, ανεβαίνει το ποσό.
«Έχεις κάμει σεξ με τον προϊστάμενο σου;»
Ατάσθαλος κόρη και επιρρεπής εις τις αμαρτίες της σαρκός εσύ, λες «ναι» και πάλι ανεβαίνει το ποσό.
Στα τέτοια σου γράφεις το σύζυγο, που εν τω μεταξύ σχεδιάζει σε πόσα τεμάχια θα σε κόψει. Ναι, αλλά εσύ σχεδιάζεις αν τα ευρά θα σε φτάσουν για ένα χρόνο στα νησιά Καλαπάγκος.
Πολύ χριστιανικά, η παρουσιάστρια (σύζυγος χριστομαθούς βουλευτού) σε ερωτά – και μετά απ’ όλες αυτές τις ειλικρινείς απαντήσεις – αν το βράδυ κάμεις το σταυρό σου ή πέφτεις και κοιμάσαι ξερή χωρίς να πεις ούτε το «Πάτερ ημών».
Εκεί (μωρή ηλίθια) σε πιάνει το….φιλότιμο, σκέφτεσαι και τον παπά – Χαράλαμπο που σε βλέπει και έχεις κανονίσει να μεταλάβεις κιόλας κι απαντάς πως «ναι», κάνεις τον σταυρό σου!
Βγαίνει ο ασφαλίτης από πάνω και λέει «Αυτό είναι ψέμα».
Γιατί μωρή γελοία, αφού έγινες που έγινες ρόμπα ξεκούμπωτη απ’ τα καλάθια της λαϊκής, πας και λες ψέματα στην πιο γκαγκά ερώτηση;
Γιατί; Αφού το ξέρεις, ότι το χριστιανικόν αυτό παιχνίδι δεν συγχωρεί το ψέμα! Ένα να πεις, αρκεί για να φύγεις και τσίπης και ξεφτίλας!
Χάνεις και τα ευρά και μόλις γυρίσεις στο σπίτι θα φας και της χρονιάς σου, για να μάθεις να κερατώνεις τον Μπάμπη τον Σουγιά που για ένα κούτελο ζει στο Μεταξουργείο.
Γι’ αυτό σου λέω, κόρη:

Κάτσε σπίτι σου και κέντα. Κι άσε τα κρυφά κρυμμένα. Εκτός κι αν επιλέξεις να πεις αλήθειες, οπότε να τσι πεις ούλες κι όχι μισακές.
Να το φας το βρωμόξυλο, αλλά μετά να μπορείς να πληρώσεις δυο μαύρους να σου κάμουν αέρα στσι πληγές!
Να βγάλω και ‘γω κανά φράγκο που θα σου ράψω τα σκισμένα, μάνα μου! Μη γίνω κλέφτρα…

Σημείωσις : Άντε! Χαζές!
Σημείωσις 2η: Διπλοβάρδιες θα δουλεύουν φέτος τα «Επείγοντα». Έχει να πέφτει μπουνίδι κάθε Παρασκευή που θα πηγαίνει γόνα. Ναααα τα «βουλωμένα» μάτια.
Σημείωσις 3η: Αλλά γι’ αυτό θα μεριμνά το άλλο ριάλιτι, του Μέγκα, με τις εγχειρίσεις. Θα τρελαθούν στις πλαστικές προσώπου και στην ανάταξη ρινικών οστών. Όπως (δε) σε βλέπω και (δε) με βλέπεις!

ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: boxingclassics.net

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2008

Πέη ντέι!


Ω, νομίζω πως η κατάθλιψη είναι έτοιμη να μου χτυπήσει την πόρτα!

Και δεν μπορώ να το παίξω και κουφή…
Η μία χαστούκα με βρίσκει μετά την άλλη και πλέον σκέφτομαι πολύ σοβαρά ότι η εργασία που μου ταιριάζει είναι αυτή του δοκιμαστή χαστουκιέρας, ηλεκτρικής ή χειροκίνητης δεν παίζει ρόλο…
Και αχ τι ωραία που τα περάσαμε τη μέρα της απεργίας, τι καλά που τα είπε ο κ. Σόμπολος για τα δικαιώματα των δημοσιογράφων, πόσο συγκινήθηκα!
Χάρη στον πρόεδρο ανακαλύπτω κάθε φορά ότι δεν είμαι τελικά τόσο γαϊδούρα, όσο φαντάζομαι.

Ότι μέσα μου υπάρχουν αισθήματα, που μόνο όταν κάνει δηλώσεις on camera, βγαίνουν στην επιφάνεια και καταλήγουν σε γοερά δάκρυα στο μυξομάντηλο που πάντα έχω πάνω στον κοπτοράπτη για τέτοιες έκτακτες περιπτώσεις.
Σήμερα, μια μέρα μετά την απεργία, με έκραξαν από τον κοπτοραπτικό όμιλο με τον οποίο συνεργάζομαι, για να με αμείψουν.
Άι καλά! Τις λατρεύω αυτές τις στιγμές!

Όχι για την ουσία του πράγματος – η οποία όπως αντιλαμβάνεστε είναι πενιχρή – αλλά για τους τύπους και τη λογιστική επισημότητα!
Όλα κι όλα!

Πας, πιάνεις στασίδι πίσω από ένα κάρο ταλαιπωρημένους νοματαίους σαν κι εσένα, και περιμένεις!
Αν έχεις μπλοκάκι (που στις μέρες μας απαγορεύεται να μην έχεις) τελειώνεις σχετικά πατ – κιουτ.
Αν δεν έχεις αλίμονο σου: πρέπει να συμπληρώσεις κανά δυο αιτήσεις, να στις υπογράψουν δυο τρεις διευθυντές και με ύφος κακόμοιρο να δικαιολογηθείς σε πέντε έξι υποπόδια των ποδών των διευθυντών, γιατί ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΜΠΛΟΚΑΚΙ!
Μετά, με τις αιτήσεις στο χέρι, φτάνεις (ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!) στο ταμείο και εκεί απ’ ό,τι γράφει το χαρτάκι, παίρνεις ακριβώς τα μισά, και πολλά σου πέφτουν, καθότι αμείβεσαι με (δελτίο) δαπανών και να πας να τσακιστείς να βγάλεις ΜΠΛΟΚΑΚΙ ΤΩΡΑ, γελοίε!
Αλλά το θέμα μου δεν είναι εκεί (όπως πάντα…).
Το τρελό το γέλιο (πικρό, αλλά τρελό) το έριξα σήμερα το πρωί, εκεί στον μέγα…κοπτοραπτικό όμιλο, όπου περίμενα υπομονετικά τη σειρά μου.
Εμού, προηγείτο κοπελίτσα, μαθητεύομενη – εξ όσων αντιλήφθηκα – κοπτοραπτού.
Της κοπελίτσας προηγείτο η…αστρολόγα του ομίλου.
Προσπαθώντας να τηρώ και μια σχετική απόσταση ασφαλείας, προτίμησα να κόβω βόλτες δώθε κείθε.
Ακόμη κι έτσι όμως, μου ήτο αδύνατο να μην ακούω το κινητό της αστρολόγας που χτυπούσε δαιμονισμένα και από τα συμφραζόμενα, μάλλον ήταν από κάποια τηλεφωνική υπηρεσία από αυτές που στη παρούσα φάση εγώ προσωπικά έχω μεγάλη ανάγκη να μου πουν αν θα φάω κι άλλη κοσμική χαστούκα ή το κακό θα σταματήσει εδώ…

(Τεράστια πρόταση η από πάνω, το ξέρω, αλλά χέστε με!).
Δεν θέλω να το παίξω αετομάτισσα, αλλά το ποσό που πήρε η αστρολόγα ήταν τετραψήφιο (και σε καλή μεριά, κουκλίτσα μου!).
Κάποια στιγμή ήρθε και η σειρά της μαθητευομένης.

Αν κρίνω απ’ το χαμόγελο της, πρέπει να ήταν και τα πρώτα λεφτά που θα ‘βαζε στην τσέπη από την σεμνή εργασία της.
Συνεχίζω να κόβω βόλτες όταν σε κάποια φάση ακούω τη νεαρά με τρεμάμενη φωνή να λέει: «Συγνώμη, είστε σίγουρος ότι για ‘μένα έχετε μόνο 450 ευρώ; Γιατί με τον προϊστάμενο μου, είχαμε συμφωνήσει για 600…».
Τι να πει κι ο λογιστής, κι αυτός υπάλληλος είναι και τι (περισσότερο) να πει κι η νεαρά;
Υπέγραψε, έβαλε τα λιγοστά γιούρια στην κωλότσεπη, καλημέρισε ευγενικά και ήρθε η σειρά μου…
Χα!
Την πρόλαβα στο κυλικείο, να απαριθμεί (μιλώντας στο κινητό με κάποιον) τα... κουστούμια που... γάζωσε μέσα στον μήνα, τις εργατο-ώρες που σκότωσε για να βρει τα κατάλληλα... υφάσματα και (την τύχη της μέσα!) το δούλεμα που έφαγε από τον προϊστάμενο…
Γι’ αυτό σας λέω, όταν ακούω τον κύριο Πρόεδρο να μιλά για δικαιώματα, κοιλόπονος με πιάνει…
Και εννοείται, ότι σήμερα στη δουλειά το κωλοβάρεσα λιγάκι, καθότι πήγα κι αγόρασα κανά δυο βιβλία περί εφαρμοσμένης αστρολογίας.
Όχι φυσικά για να ξεστραβωθώ για το τι με περιμένει.
Όλα κι όλα! Θέλω να μάθω τέχνη. Ό,τι να ‘ναι! Ακόμη και του λέγειν τον καφέ!


ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: www.acf-fr.org