
Σε ρυθμό ματζόρε (για να ξεμπερδεύω), γαζώνω κουστουμάκια βαρετά, ραμμένα σε γραμμή αυστηρή και χρώμα γεροντί (τι να κάνω; Πουτάνα ανάγκη!!!).
Όρεξη για λακριντί καμία και μου φαίνεται θα (ξε)χέσω την τιγκελού, η οποία βρίσκει χαρά στο να με πιλατεύει με το τι θα γίνει με τη σενιόρα Στάη και με το τι θα γίνουν τόσα σακάκια παραγγελιά αν το αποφασίσει και δεν ξαναπατήσει στον Alpha.
Σιωπηλά, την κερνάω τουλουμπάκια (πολλά) και νεράκι (κρύο) μπας και φάει και σκάσει και μ’ αφήκει να δουλέψω, να τελειώνω, να πάω καμιά φορά σπίτι μου σήμερα, την καταδίκη μου μέσα!
Βγάζω τα ακουστικά και το ραδιοφωνάκι μου, κάνω ζάπινγκ στους σταθμούς και πέφτω πάνω στον «Πιτσιρίκο», για λίγο σ’ ένα διάλογο του με τη Γκίζα.
Κοντοστέκομαι! Τους παρακολουθώ για λίγο πριν αρχίσει πάλι την πρόζα του και σκέφτομαι: «Γιατί Χριστιανέ μου, δεν τα λες από καρδιάς; Όταν ρολάρεις άνευ κειμένου είσαι σαφώς καλύτερος!».
Μόλις αρχίσει η ανάγνωση, ξαναρχίζω το ζάπινγκ και πέφτω πάνω στον City.
Άι καλά! Από Δευτέρα θα γελάσουμε πολύ, σκέφτομαι γαζώνοντας μετά μανίας…
«Τι γράφεις εκεί;;;;». Η τιγκελού θεωρεί σωστό να ξεκαρφώσει το ακουστικό απ’ το πονεμένο μου αυτάκι και με την τσιριχτή της περιέργεια να προσπαθήσει να πάρει απάντηση.
«Λίστα γάμου», της απαντάω.
«Ποιος παντρεύεται;», επανέρχεται (όχι που θα κώλωνε).
«Η γάτα μου!». Παύση και σιωπή.
«Χα, χα! Είσαι αστεία! Τέλεια θα περάσουμε φέτος!» (Πούστη μου, γαμώ το παρτ τάιμ μου, γαμώ!)
Ε, εκεί τρελαίνομαι!
Με πιάνουν κι οι εγωισμοί μου που θέλω να δικαιολογήσω τον τίτλο της τρελόγκας και: βουτάω το ψαλίδι, κόβω τις τιράντες από το μπλουζάκι μου, ανακατώνω τα μαλλιά μου και ανεβαίνω πάνω στον κοπτοράπτη.
Με ύφος λάγνο α λα Αμάντα Λιρ, αρχινάω: «Γκιβ ε μπιτ οβ μμμ του μι (γιορ ε μίστερι) εντ άι γκιβ α οβ μπιτ μμμ του γιου (ιτς σοου κομφιούζινγκ). Εντ γιορ άις λάικ ε λέιζερ, εβρι τάιμ γκετ μι ντίπερ!!!».
Κόκαλο οι λοιπές γαζώτριες, με εγκεφαλικό ο κουμποτρυπάς και νομίζω ότι είδα μια μύγα να μπαίνει στο στόμα της παρλαπίπας τιγκελούς!
Μετά από τέτοιο σόου, πιστεύω ότι δεν θα με ξαναενοχλήσει κανείς εις το νέο παρτ τάιμ και ψιλοάσχετο με την ειδικότητα μου, εργασιακό μου περιβάλλον.
Την ώρα που μπήκα τσακισμένη εις την οικία μου, η πολυαγαπημένη μου μήτηρ παρακολουθούσε τις ειδήσεις του Alter.
Ειδησεογραφικώς, η ρεπόρτερ μετέδιδε: «Τα τρία τελευταία χρόνια καταστήματα με μεταποιήσεις ρούχων αρχίζουν να κάνουν και πάλι την εμφάνιση τους στις γειτονιές της Αθήνας…».
Εμένα να ‘ρθεις να ρωτήσεις, κοριτσάκι μου, τι έχει να γίνει φέτος, που σηκωθήκαν τα ποδάρια να βαρέσουν το κεφάλι!
Που τα μπλοκάκια παροχών θα πάνε σύννεφο και κάλλιο να ζητάς να σου δώσουν το βρακί τους παρά δουλειά!
Έλα, παιδί μου, να τρέχουν οι παραγγελιές!
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: picasaweb.google.com