Τη συνήθεια αυτή, μετά από καμιά δεκαετία, την έκοψα στις 16 Φεβρουαρίου. Μαχαίρι. Και το καλαντάρι το ξαπόστειλα οριστικά στις 30 Αυγούστου. Για πρώτη φορά, πατημένα 33 (μάλλον φταίει η ηλικία) σταμάτησα να μετράω. Όσο και να «κλέψω» φέτος, το ’11, θα είναι - και όχι μόνο για 'μένα, δυστυχώς - για πάντα ένα διπλό σουγιαδάκι που δεν ξέρω πότε ακριβώς θα βγάλω απ’ την πλάτη μου.
(Γενικώς, τον αριθμό «11» τον σιχαίνομαι, αλλά αυτά είναι για άλλη ώρα).
Ακόμη κι έτσι, πάντως, τις προάλλες – και αν συνέχιζα να... βαθμολογώ τις μέρες – ήταν μία εξαιρετική μέρα, ή για την ακρίβεια μία ζεστή και ενδιαφέρουσα νύχτα.
Στο "Black Duck”, έναν πολύ όμορφο χώρο, στη Χρήστου Λαδά, μαζευτήκαμε κάμποσοι φίλοι, για τις «Προσωπογραφίες», ένα βιβλίο που ήρθε να σφραγίσει τον 3ο χρόνο της λειτουργίας του πολυχώρου.
Σ’ αυτό το βιβλίο – τ’ ορκίζομαι, όμως – θα διαβάσετε υπέροχες ιστορίες, πραγματικές ή «πλεγμένες», από γνωστά και μη ονόματα, κείμενα που δύσκολα ξεχνιούνται, που ζορίζουν, που σε κάνουν να χαμογελάς ή να τρέχεις για χαρτομάντηλα, πάντως κείμενα αληθινά.
Αυτά τα λέω για τις ιστορίες των άλλων. Για τη δικιά μου δε λέω λέξη, γιατί σχεδόν δεν μου ανήκει (ειδάλλως, θα ‘χα αρχίσει τις ντροπές και τα «καλέ μη, δεν πρέπει, δεν είναι σωστό». Ανήκει στη Σταυριάνα και στο «ανίψι» μου, τη Μαριλένα, που είναι σταθεροί χορηγοί καλών ιστοριών. Εγώ απλώς άκουσα και έγραψα (ε, έβαλα λίγο κι απ’ το προσωπικό μου ζόρι μέσα).
Και εδώ αρχίζουν οι ευχαριστίες. Κατ’ αρχάς στην κυρία Ζαχαρούλα Λαδά που με έβαλε στη σκέψη για τη δημιουργία μίας τέτοιας ιστορίας στις «Προσωπογραφίες». Κατά δεύτερον στην κυρία Ντόρα Ρίζου που με φιλοξένησε στο 3ο κατά σειρά βιβλίο του “Black Duck” και κατά τρίτον στην ομάδα που επιμελήθηκε τα κείμενα (με πρώτη και καλύτερη την κυρία Ρούλα Βαλακίδου) που με σεβάστηκαν και δεν «πείραξαν» ούτε μισή τελεία από το αγχωμένο κείμενο που τους έστειλα. Είμαι υπόχρεη!
ΥΓ1.: Δυστυχώς, ούτε εκείνο το βράδυ αποφεύχθησαν τα πηγαδάκια για τις ντροπές του Τύπου. Για τις ορδές των απλήρωτων, για τα καζάντια του Alter και της «Ελευθεροτυπίας», για το ότι και η τελευταία κουτσή σαρανταποδαρούσα ζητά από τους εργαζόμενους της να δουλέψουν τσάμπα.
ΥΓ2.: Απίστευτο! Η Νάνα Μούσχουρη μας κάνει κριτική. Με «βασιλικό γιαρέμ γιαρέμ και δυόσμο» κι από την άνεση της απουσίας.
ΥΓ3.: Τα χαιρετίσματα και τις ευχές μου και στην κα Γκολεμά. Όσο για τον φίλο που με mail με ενημέρωσε ότι τα παλιά κείμενα της Κοπτοραπτούς «συστεγάζονται» με εκείνα νέου αρθρογράφου, τον πληροφορώ ότι είμαι ενήμερη και να μην σκανιάζει. Πρόκειται, όπως μου εξήγησαν, για τεχνικό λάθος το οποίο θα αποκατασταθεί.