
Κατά τα ειωθότα μ’ έπιασε και φέτος.
Σαλτάρισα (σιγά τα καινούρια), φόρτωσα στο βαλιτσάκι δυο βρακιά (με το συμπάθειο) και απροειδοποίητα την «έκανα» (άντε γεια!).
Δεν είναι να με παραζαλίσεις, είμαι και σε ζόρικη ηλικία κι άμα μου βάλεις κορσέ, σβήνω, χάνομαι, λιώνω, γιατρέ μου και άφηκε με να πάω στο καλό.
Δε φταίω εγώ. Ελάτε κάποιος και πάρτε από δίπλα μου τη βοηθό!
Αυτή φταίει. Με καταπιέζει ψυχολογικώς. Μου κόβει την όρεξη.
Με βλέπεις και ράβω ήσυχα ήσυχα, αλλά κατά βάθος θέλω να την αρχίσω στα κλωτσίδια (Θέ μου, σχώρα με!).
Να την αρπάξω από εκείνο το άθλιο κοτσίδι και να τη φέρω σβούρα.
Δεν υπάρχει κάτι επάνω της που να μη με κάνει τρελή!!!
«Το αφεντικό είπε», «το αφεντικό έρανε», «το αφεντικό έχεσε»…
(Ποιο «αφεντικό», μωρή γελοία;;;)
Επιμένω για τις κλωτσιές. Όχι, ναι, δεν το συζητώ. Θα μου κάνει καλό και στα ψυχολογικά μου που έχω μπλοκάρει τόσες μέρες η γυναίκα και δεν μπορώ να ράψω ένα σκουτί ολόκληρο.
Δεν πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία σ’ αυτή τη δουλειά από να ΜΗΝ ΕΙΣΑΙ επικεφαλής, προϊστάμενος, ιθύνων.
Και μεγαλύτερη κατάρα απ’ το να είσαι βοηθός (του επικεφαλής, του προϊσταμένου, κλπ, κλπ, μην το «ξαναπάμε»).
Διότι ο βοηθός είναι μια αιωνίως ενδιάμεση κατάσταση. (Σαν τις γοργόνες…)
Ούτε προϊστάμενος, ούτε υφιστάμενος (Ούτε ψάρι, ούτε γυναίκα)
Δεν μπορεί ούτε πάνω να πάει ούτε κάτω… (Χι,χι…)
Δεν μπορείς ούτε να τον στείλεις στο διάολο καθότι τον λυπάσαι, ούτε να τον υπακούσεις καθότι τον έχεις χεσμένο…
(Κοινώς, ούτε να το φας μπορείς ούτε να το πηδήξεις, πάλι με το συμπάθειο)
Άσε που, βρε χαζοχήναρο, βοηθός κοπτοραπτού δεν ΥΠΑΡΧΕΙ!
Ή είσαι ή δεν είσαι!
Που είδανε γυαλιστερή τη χαζομάρα στο μάτι σου και με ένα τίτλο της δεκάρας (κι εκεί τσιγκούνης ο… αφεντικός) σου πιάνουνε τον αποτέτοιο νύχτα μέρα.
Σήκω, μαρή, απ’ την καρέκλα που σ’ έχουν καρφώσει με τα πριτσινοπίστολα και δεν ξέρεις πότε ξημερώνει και πότε βραδιάζει, επειδή είσαι… βοηθός!
Και που ‘σαι, ηλιθία: μη φωνάζεις μεσ’ το ραφείο…
Κανείς δε σε φοβάται. Γελάει ο κόσμος μαζί σου. Και σε λυπάται. Ξηγημένα πράματα.
(Ελπίζω να μην είναι κανείς από ‘δω μέσα βοηθός. Να παρεξηγηθώ δεν θέλω, αλλά πολύ σκατατζίδικη ιδιότητα, βρε παιδί μου!)
Σαλτάρισα (σιγά τα καινούρια), φόρτωσα στο βαλιτσάκι δυο βρακιά (με το συμπάθειο) και απροειδοποίητα την «έκανα» (άντε γεια!).
Δεν είναι να με παραζαλίσεις, είμαι και σε ζόρικη ηλικία κι άμα μου βάλεις κορσέ, σβήνω, χάνομαι, λιώνω, γιατρέ μου και άφηκε με να πάω στο καλό.
Δε φταίω εγώ. Ελάτε κάποιος και πάρτε από δίπλα μου τη βοηθό!
Αυτή φταίει. Με καταπιέζει ψυχολογικώς. Μου κόβει την όρεξη.
Με βλέπεις και ράβω ήσυχα ήσυχα, αλλά κατά βάθος θέλω να την αρχίσω στα κλωτσίδια (Θέ μου, σχώρα με!).
Να την αρπάξω από εκείνο το άθλιο κοτσίδι και να τη φέρω σβούρα.
Δεν υπάρχει κάτι επάνω της που να μη με κάνει τρελή!!!
«Το αφεντικό είπε», «το αφεντικό έρανε», «το αφεντικό έχεσε»…
(Ποιο «αφεντικό», μωρή γελοία;;;)
Επιμένω για τις κλωτσιές. Όχι, ναι, δεν το συζητώ. Θα μου κάνει καλό και στα ψυχολογικά μου που έχω μπλοκάρει τόσες μέρες η γυναίκα και δεν μπορώ να ράψω ένα σκουτί ολόκληρο.
Δεν πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία σ’ αυτή τη δουλειά από να ΜΗΝ ΕΙΣΑΙ επικεφαλής, προϊστάμενος, ιθύνων.
Και μεγαλύτερη κατάρα απ’ το να είσαι βοηθός (του επικεφαλής, του προϊσταμένου, κλπ, κλπ, μην το «ξαναπάμε»).
Διότι ο βοηθός είναι μια αιωνίως ενδιάμεση κατάσταση. (Σαν τις γοργόνες…)
Ούτε προϊστάμενος, ούτε υφιστάμενος (Ούτε ψάρι, ούτε γυναίκα)
Δεν μπορεί ούτε πάνω να πάει ούτε κάτω… (Χι,χι…)
Δεν μπορείς ούτε να τον στείλεις στο διάολο καθότι τον λυπάσαι, ούτε να τον υπακούσεις καθότι τον έχεις χεσμένο…
(Κοινώς, ούτε να το φας μπορείς ούτε να το πηδήξεις, πάλι με το συμπάθειο)
Άσε που, βρε χαζοχήναρο, βοηθός κοπτοραπτού δεν ΥΠΑΡΧΕΙ!
Ή είσαι ή δεν είσαι!
Που είδανε γυαλιστερή τη χαζομάρα στο μάτι σου και με ένα τίτλο της δεκάρας (κι εκεί τσιγκούνης ο… αφεντικός) σου πιάνουνε τον αποτέτοιο νύχτα μέρα.
Σήκω, μαρή, απ’ την καρέκλα που σ’ έχουν καρφώσει με τα πριτσινοπίστολα και δεν ξέρεις πότε ξημερώνει και πότε βραδιάζει, επειδή είσαι… βοηθός!
Και που ‘σαι, ηλιθία: μη φωνάζεις μεσ’ το ραφείο…
Κανείς δε σε φοβάται. Γελάει ο κόσμος μαζί σου. Και σε λυπάται. Ξηγημένα πράματα.
(Ελπίζω να μην είναι κανείς από ‘δω μέσα βοηθός. Να παρεξηγηθώ δεν θέλω, αλλά πολύ σκατατζίδικη ιδιότητα, βρε παιδί μου!)
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: upload.wikimedia.org