Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2009

Κάρναξη


Στα μέρη μου το λένε κάρναξη. Βούβα. Προφανώς με κυνηγά το παιδικό μου όνειρο. Ήθελα να γίνω μπουζουξού και δεν μ ‘ αφήκανε.
Σήμερα, θα ήμουν το καλύτερο μπουζούκι της αγοράς και δεν θα ‘βγαζα τα μάτια μου με τις ρημαδοβελόνες.
Όλοι έχουν τα φαντάσματα τους, τελικώς.
Μόλις συνομιλήσω επαρκώς με το δικό μου {φάντασμα}, θα επιστρέψω πάραυτα.
Ζητώ συγνώμη για τις απουσίες, αλλά όταν μιλάει το παρελθόν, το παρόν τουμπεκιάζεται σεμνά και διακριτικά.


ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: www.tabloach.com

Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2009

Δεν θέλω να γίνω Σουηδέζα, κύριος!


Το να είμαι ένα παλιοκόριτσο και μισό είναι κάτι που μετά από τόσα χρόνια δεν το έχω χωνέψει.
Σίγουρα έχω χωνέψει το να μου το λένε: μεσ’ τη μάπα, πίσω από την πλάτη μου, γραπτώς…
Στο γυμνάσιο ξεκίνησε η φαγούρα, τη μέρα που η ρουφιάνα η γαλλικού είδε αυτή τη λευκή προέκταση, ανάμεσα στον δείκτη και τον αντίχειρα μου και λευκά καπνισμένα συννεφάκια να στεφανώνουν το μικροσκοπικό κεφαλάκι μου, το μπαφιασμένο από άλγεβρες και τριγωνομετρίες.
Με τσίμπησε η γεροντοκόρη και μια και δυο με κουβάλησε στο γραφείο ενός ανεκδιήγητου γυμνασιάρχη, που πλενόταν κάθε Πάσχα και 15αύγουστο. Εκεί παρασημοφορήθηκα με την πρώτη σοβαρή αποβολή τη μαθητική μου ζωή. Θέλω να πω, ότι άξιζε τον κόπο.
Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν μάλλον κακές. Για κάποιους, ήταν πολύ εύκολο να είμαι η αλήτισσα, αυτή που καπνίζει και ποιος ξέρει τι άλλο κάνει…
Τα πρόφτασαν και οι γειτόνισσες στη μάνα μου που για κακή τους τύχη ήταν ενήμερη από το βλαστάρι της προσωπικώς και εκείνη ειδικώς τη μέρα δεν πέρασαν καλά…
Στα χρόνια που ακολούθησαν, τα αδιάκριτα βλέμματα συνόδευσαν άλλες καταστάσεις στην κατά τ’ άλλα φυσιολογική ζωή μου, και όχι πάντως τη συνήθεια μου να ανάβω τσιγαράκι: λίγο πριν τη δουλειά, κατά τη διάρκεια, μετά από ένα καλό φαγητό, με τον καφέ (ας μην συνεχίσω τα «μετά» και τα «πριν», ο νους σας πάει, μεγάλα παιδιά είστε…).
Μέχρι φέτος, που η ταμπέλα του ανεπιθύμητου και του «σκοτώστρα» ήρθε να ξανακάτσει στο κούτελο μου.
Ποιος; Εγώ; Εγώ που ποτέ δεν καπνίζω μπροστά σε εγκύους! Που γίνομαι τούρκος, όταν τις βλέπω με την κοιλιά τούρλα να φουμάρουν ακατάπαυστα.
Που μπορεί να σκάω και να θέλω να καπνίσω τα δάχτυλα μου, αλλά όταν βρίσκονται παιδιά και υπέργηροι από δίπλα, προτιμώ να γίνω φωτοβολίδα παρά να ανάψω τσιγάρο. Σκοτώστρας εγώ, που πριν πιάσω μωρό παιδί, πλένω δόντια, χέρια και κοτσάρω από πάνω και μπεταντίν!
Ας μην μακρυγορώ. Προχθές, ήρθε το αφεντικό και νέτα σκέτα μας είπε ότι, αν και είμαστε πλειονότητα, εμείς οι αλητήριοι οι καπνιστές, ωστόσο θα αναγκαστεί να μας το κόψει, διότι διαμαρτύρονται μερικά καλόπαιδα για τα αυξημένα νέφη εντός του κοπτοραπτείου.
Άλλωστε, είναι κι αυτή η πουτάνα η ρύθμιση που σε λίγο καιρό θα απαγορεύει τα πάφα πούφα ελευθέρως, λες και πρόκειται για πορδές.
«Έλα, μωρέ! Πως κάνεις έτσι;», πετάχτηκε η τιγκελού, «και οικονομία θα κάνεις και τα πνευμόνια σου θα σώσεις!».
Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Μου ‘ρθε να αρπάξω το ψαλίδι και να την κουρέψω: «Έλα, μωρέ! Πως κάνεις έτσι για πέντε άλουστες ποντικο-ουρές; Θα κάνεις περισσότερη οικονομία στο σαμπουάν!».
Είμαι έξαλλη! Διότι, κυρά μου, εγώ καπνίζω, γιατί μ’ αρέσει!
Όταν είμαι σάλτα (καλή ώρα), κάνω ένα και μου περνάνε τα νεύρα και δεν σκέφτομαι να αρπάξω τη ψαλίδα και να χαράξω πάνω στη μπλούζα σου, το «Ζ» του Ζορό!
Όταν είμαι ευτυχής, κάνω άλλο ένα και καταλαβαίνω καλύτερα την ευτυχία μου!
Όταν κλαίω και πλαντάζω και πνίγομαι, φουμαίρνω χοντρικώς και μου περνούνε τα ντέρτια!
Οκέι, λοιπόν να δεχθώ να καπνίζω στη σοφίτα, στον εξώστη, στο πλυσταριό, όπου θες, αρκεί να μην κινδυνεύει η υγεία σου.
(Εγώ, όμως, να πρέπει να ανέχομαι την απλυσιά σου στη μούρη επειδή δεν έχει αποδειχθεί ακόμη ότι η ποδαρίλα είναι επιβλαβής για την υγεία!!!!!).
Αλλά, γιατί πρέπει να πάψω να καπνίζω σε ανοιχτούς (ΑΝΟΙΧΤΟΥΣ!!!!) δημόσιους χώρους;
Δεν ξέρω. Δεν είμαι καθόλου σίγουρη. Αλλά αν εφαρμοστεί αυτό το μέτρο στην καπνίζουσα απ’ άκρη σ’ άκρη ψωροκώσταινα, μα την Αγία Καραμέλλα, θα αρχίσω να πιστεύω σενάρια τύπου… σπηλιάς του Νταβέλη (καταλαβαίνετε τι θέλω να πω, μη βρεθεί και κανένας παρλιακός να με κυνηγάει!).
Τύπου, θέλουν να μας κλείσουν στα σπίτια μας, να μη βγαίνουμε έξω, να μη μιλάμε πολύ και μια μέρα των ημερών να γίνουμε όλοι Σουηδοί, τουλάχιστον!
Με κάτι πνευμόνια να! με το συμπάθειο, ασπρουλιάρηδες και με κόκκινα μαγουλάκια, ήρεμοι και χαλαροί να συζητάμε μόνο για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα μαρούλια στην αναπαραγωγή τους.
Α στα διάλα! Μπάφιασα. Πάω για τσιγάρο.


Αστερίσκος: Και προς Θεού, μην αρχίσετε (για τους μη καπνιστές, λέω) για τις ζημιές που κάνει το τσιγάρο στο δέρμα, για τις κυτταρίτιδες, για τις ρυτίδες, για τα καρκίνια και τα φυσήματα στις καρδιές. Τα ξέρω όλα. Μετράει αυτό; Μπα, ε;
Μήπως μετράει ότι δεν υπάρχει διαχωρισμός στο μέτρο, αλλά απαγόρευση;
Στο «Πάρτι Γενεθλίων», του μακαρίτη πλέον Πίντερ, ο Πίτι λέει στον Σταν μια συγκλονιστική ατάκα, ίσως τη συγκλονιστικότερη του βιβλίου: «Σταν, μην τους αφήσεις να σου πουν τι θα κάνεις». Ε, αυτό! Για 'μένα μετράει αυτό.


ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ: www.dailyhaha.com