Κι αν ο λεγάμενος, είναι της υπέρβασης και των καλών ελληνικών και σου λέει προστυχόλογα του τύπου «είναι πάρα πολύ δύσκολο να πετύχουμε τον στόχο μας σε συνθήκες ύφεσης», αντιλαμβάνεσαι ότι είσαι πολύ, μα πάρα πολύ μπλεγμένη.
Δεν αρκούν οι φιλενάδες, οι καφέδες και οι «συνεδρίες» με κολλητούς και πρωήν. Τι να χέσει ο ψυχίατρος μπροστά στο μαρτύριο του να μπαινοβγαίνεις στην κόλαση του έρωτα του; Και ποιος; Πες μου, ποιος ταπεινός μπορεί να καταλάβει εκείνο το «...ανυπερθέτως, πρέπει να τηρήσουμε το δημοσιονομικό στόχο για το 2011 και το 2012».
Αντιθέτως, όλοι μπορούν να αντιληφθούν ότι άντρας που χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και λέει «η χώρα δεν (θα) δέχεται εκβιασμούς και ταπεινώσεις» (σ.σ.: αν επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος), είναι άντρας φτιαγμένος από σίδερο κι γι’ αυτό άξιος (του έρωτα σου).
Στα γεράματα με βρήκε ο μεγάλος, ο ανείπωτος, ο άνευ όρων (έρως). Και πήγα και διάλεξα τον δύσκολο δρόμο (διότι όλες – σοβαρές και ασόβαρες – είναι τ’ανάσκελα με τον άλλονε, τον αθλητικό, με τα κολάν, τα κανό και τα γκρίκλις). Εγώ όμως, ηράσθην εκείνον που δεν θα κωλώνει στο Economist, εκείνον που όταν εγώ θα σφαδάζω στα πατώματα, εκείνος θα μου λέει γι’ αυτό που πρέπει να κάνουμε κι ας πονάει.
Να δεις πως μου το ‘πε: «Αν δεν κάνουμε τώρα αυτά που πρέπει, θα αναγκαστούμε να τα κάνουμε, όχι πολύ αργά, υπό συνθήκες οδυνηρές. Όλοι το ξέρουν αυτό, έχω ενημερώσει τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων και τους εκπροσώπους των κοινωνικών φορέων». (Ακόμη τρέμω...).
Κι εγώ εκεί. Να σκίζω τις μπουγάδες μου.
(«Εσύ να φταις κι εγώ συγνώμη να ζητάω (καλέ) σου λέω, άσε με, άσε με, άσε με, να σ’ αγαπάααω!!!»).
Γιατί δεν είναι ότι τα λέει, όπως τα λέει, το άτιμο και σε στέλνει στον Θεό, είναι και το που τα λέει. Στο Καβούρι, που εκεί παρά δίπλα έχει από τα πιο ενημερωμένα spa της ελληνικής ξενοδοχοσύνης. Και πώς, πες μου, πώς αντιστέκεσαι - εσύ η ορθολογίστρια, η τετράγωνη, η ταμπουρωμένη - σ’ έναν άντρα που ξέρει να συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου;
Και να ‘χεις κι όλες αυτές τις σκορδόμπηχτες να κάμουν ρεπορτάζ για τα κακά ελληνικά του. Γιατί το δόλιο το αγόρι, πάνω σε στιγμές ζέσης και δουλειάς τρελής έγραψε στο Twitter τη Φινλανδία με ένα «νι».
Νιώσε με. Περνάω δύσκολα. Και μοναχικά. Γιατί δεν μπορώ να βγάλω τσιμουδιά. Αυτός είναι ένας αητός και εγώ μία λαλημένη (και μαδημένη) δεκοχτούρα. Μόνη μου το περνάω όλο αυτό. Στα σκοτάδια...
Χριστέ μου, πόσο περήφανη νιώθω. Γι’ αυτό που νιώθω. (Και ενώ ξέρω ότι καμία ελπίδα δεν έχω για ανταπόκριση... Πούσου!!!!)
ΥΓ1.: Τι άλλο να κάνω για ν’ αποφύγω το παλούκι της ΔΕΗ; Η πεθερά μου είναι ήδη στα κλαδιά: 1200 ευρώ της βγαίνει το κουστουμάκι...
ΥΓ2.: Στο Σύνταγμα δεν ξανακατεβαίνω. Αν θέλω σουβλάκια, φτιάνω και μόνη μου.
ΥΓ3: Βρε, μήπως να αγαπήσω τον Αντώνη; Εκείνο το «μας έχει φύγει ο πάτος» με έβαλε σε σκέψεις. Αλλά και πάλι, αν τέτοια λόγια δεν σ’ τα λέει κάποιος με υπολογίσιμο τονάζ δεν φτουράνε...
3 σχόλια:
Τι τα θες ...
Την έχουμε τη φήμη
από αρχαιοτάτων χρόνων
για το σαδομαζοχισμό μας !!!
Μια ματιά στα γκάλοπ αν ρίξεις
πιστεύω θα μου δώσεις δίκιο ...
Αυτό το τελευταίο ΥΓ3: "Βρε, μήπως να αγαπήσω τον Αντώνη;" το βρίσκω μια υγιή σκέψη.
Υ.Γ: Δεν πιστεύω να εννοείς άλλον Αντώνη ε?
@ side21
Συμφωνούμε, όπως πάντα. Όσο ζω, μαζό!
@ Αντώνης Σ.
Ποιον άλλον; Τον ίδιο λέμε. Τον Αντώνη. Που τρώει πολύ πεπόνι. Και κατουράει της μαμάς του το σεντόνι. Δεν το συνεχίζω. Θα μας κλείσουνε...
Δημοσίευση σχολίου